Wspominać στα ελληνικά
Μετάφραση: wspominać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναφέρω, αναπολώ, αναφορά, θυμάμαι, θυμάστε, θυμηθείτε, θυμόμαστε, να θυμάστε
Μεταφράσεις
- bliźnić στα ελληνικά - επουλώνομαι, επουλώνω, γιατρεύω
- bunkier στα ελληνικά - καύσιμο, τροφοδοτώ, καύσιμα, ανθρακαποθήκη, καυσίμων, αποθήκη, καταφύγιο, ...
- cukiernica στα ελληνικά - ζάχαρη, ζάχαρης, της ζάχαρης, τη ζάχαρη, σακχάρου
- finałowy στα ελληνικά - τελικός, τελική, τελικό, τελικής, τελικού
Τυχαίες λέξεις
Wspominać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναφέρω, αναπολώ, αναφορά, θυμάμαι, θυμάστε, θυμηθείτε, θυμόμαστε, να θυμάστε
Μεταφράσεις: αναφέρω, αναπολώ, αναφορά, θυμάμαι, θυμάστε, θυμηθείτε, θυμόμαστε, να θυμάστε