Wstawiennictwo στα ελληνικά
Μετάφραση: wstawiennictwo, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περίπτωση, μεσιτεία, παράδειγμα, μεσολάβηση, μεσιτείας, μεσιτεύει, ικεσία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- cienki στα ελληνικά - ισχνός, φίνος, λεπτός, ψιλή, πενιχρός, φτωχός, πρόστιμο, ...
- elektronowolt στα ελληνικά - ηλεκτρόνιο, ηλεκτρονίων, ηλεκτρονίου, ηλεκτρονικό, ηλεκτρονική
- filisterstwo στα ελληνικά - αυταρέσκεια
- ilość στα ελληνικά - ποσό, όγκος, αγορά, ποσότητα, ποσόν, αριθμός, ανέρχομαι, ...
Τυχαίες λέξεις
Wstawiennictwo στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περίπτωση, μεσιτεία, παράδειγμα, μεσολάβηση, μεσιτείας, μεσιτεύει, ικεσία
Μεταφράσεις: περίπτωση, μεσιτεία, παράδειγμα, μεσολάβηση, μεσιτείας, μεσιτεύει, ικεσία