Wybaczać στα ελληνικά
Μετάφραση: wybaczać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραβλέπω, αφορμή, δικαιολογία, συγχωρώ, συγχωρήσει, συγχωρεί, συγχωρήσω, συγχωρέσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- diament στα ελληνικά - άκαμπτος, αμετάπειστος, διαμάντι, διαμαντιών, διαμάντια, με διαμάντια, διαμαντιού
- doradczy στα ελληνικά - συμβουλευτικός, συμβουλευτική, συμβουλευτικής, συμβουλευτικών, συμβουλευτικές
- głodomór στα ελληνικά - λιμασμένος, πειναλέος
- głuchoniemy στα ελληνικά - κωφάλαλος, κωφάλαλο, κωφαλάλων, κωφάλαλα, κωφάλαλης
Τυχαίες λέξεις
Wybaczać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραβλέπω, αφορμή, δικαιολογία, συγχωρώ, συγχωρήσει, συγχωρεί, συγχωρήσω, συγχωρέσει
Μεταφράσεις: παραβλέπω, αφορμή, δικαιολογία, συγχωρώ, συγχωρήσει, συγχωρεί, συγχωρήσω, συγχωρέσει