Wychudnąć στα ελληνικά

Μετάφραση: wychudnąć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αυξάνομαι, μεγαλώνω, μεγαλώνουν, αυξάνεται, αναπτυχθούν, αυξάνονται, αυξηθεί
Wychudnąć στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • częstować στα ελληνικά - κέρασμα, μεταχειρίζομαι, αρωγή, βοηθός, βοήθεια, θεραπεύω, επικουρία, ...
  • dalekomierz στα ελληνικά - Telemeter
  • gamma-celuloza στα ελληνικά - γαμμα-, γάμμα, γάμα
  • gdy στα ελληνικά - σαν, όπως, όταν, κατά, κατά την, πότε
Τυχαίες λέξεις
Wychudnąć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αυξάνομαι, μεγαλώνω, μεγαλώνουν, αυξάνεται, αναπτυχθούν, αυξάνονται, αυξηθεί