Wycofywać στα ελληνικά

Μετάφραση: wycofywać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπαναχωρώ, κρησφύγετο, αποσύρω, υποχωρώ, ησυχαστήριο, οπισθοδρομώ, υπαναχωρώ., αποσύρει, ανακαλέσει, αποσύρουν, ανακαλούν
Wycofywać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • arogancko στα ελληνικά - αλαζονικά, αλαζονεία, υπεροπτικά, υπεροψία, αλαζονικό
  • cierpieć στα ελληνικά - υποφέρω, σφαδάζω, πάσχω, ανέχομαι, σπαρταρώ, γεννώ, εμμένω, ...
  • fizjoterapeuta στα ελληνικά - φυσιοθεραπευτής, Φυσικοθεραπευτής, Φυσικοθεραπευτή, Φυσιοθεραπευτή, Φυσιοθεραπεύτρια
  • inkryminować στα ελληνικά - ενοχοποιώ, καταγγέλλω, να παραπέμψουν, παραπέμψουν, προσάγει, να προσάγει
Τυχαίες λέξεις
Wycofywać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπαναχωρώ, κρησφύγετο, αποσύρω, υποχωρώ, ησυχαστήριο, οπισθοδρομώ, υπαναχωρώ., αποσύρει, ανακαλέσει, αποσύρουν, ανακαλούν