Wydzielanie στα ελληνικά
Μετάφραση: wydzielanie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καταγωγή, εκπομπή, εξαγωγή, έκλυση, κλήρος, έκκριση, έκκρισης, την έκκριση, εκκρίσεως, της έκκρισης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- burzliwie στα ελληνικά - άγρια, στροβιλισμό, με στροβιλισμό, στροβιλώδη
- dyplomowany στα ελληνικά - ειδική, προσόντα, ειδικευμένο, εξειδικευμένο, με ειδική
- estrogen στα ελληνικά - οιστρογόνων, οιστρογόνο, οιστρογόνα, οιστρογόνου, τα οιστρογόνα
- goryczkowy στα ελληνικά - πικρός, δριμύς, gentianaceous
Τυχαίες λέξεις
Wydzielanie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καταγωγή, εκπομπή, εξαγωγή, έκλυση, κλήρος, έκκριση, έκκρισης, την έκκριση, εκκρίσεως, της έκκρισης
Μεταφράσεις: καταγωγή, εκπομπή, εξαγωγή, έκλυση, κλήρος, έκκριση, έκκρισης, την έκκριση, εκκρίσεως, της έκκρισης