Wyjazdowy στα ελληνικά
Μετάφραση: wyjazdowy, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξωστρεφής, εκδηλωτικός, κοινωνικός, ταξίδια, ταξιδεύουν, που ταξιδεύουν, ταξιδεύετε, ταξιδεύει
Μεταφράσεις
- antynomia στα ελληνικά - αντινομία, η αντινομία, αντινομίας, αντινομία τούτη
- astrologiczny στα ελληνικά - αστέρι, Αστέρων, Αστέρια, αστεριών, Αστέρων σε
- grzyb στα ελληνικά - μούχλα, μύκητας, μύκητα, μυκήτων, μύκητες, του μύκητα
Τυχαίες λέξεις
Wyjazdowy στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξωστρεφής, εκδηλωτικός, κοινωνικός, ταξίδια, ταξιδεύουν, που ταξιδεύουν, ταξιδεύετε, ταξιδεύει
Μεταφράσεις: εξωστρεφής, εκδηλωτικός, κοινωνικός, ταξίδια, ταξιδεύουν, που ταξιδεύουν, ταξιδεύετε, ταξιδεύει