Wykonawstwo στα ελληνικά

Μετάφραση: wykonawstwo, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκτέλεση, επίδοση, παράσταση, απόδοση, επιδόσεις
Wykonawstwo στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • całoroczny στα ελληνικά - όλα, όλος, όλες, ετήσια, ετησίως, ετήσιες, ετήσιο, ...
  • chorobotwórczość στα ελληνικά - παθογένειας, παθογένεια, την παθογένεια, παθογενετικότητα, παθογονικότητα
  • ekshibicjonizm στα ελληνικά - τάση προς επίδειξη ή αποκάλυψη, Επιδειξιομανία, επιδειξιμανία, επιδειξιομανίας, την επιδειξιομανία
  • fiksacja στα ελληνικά - στερέωση, στερέωσης, σταθεροποίηση, υλική ενσωμάτωση, σύνδεσης του
Τυχαίες λέξεις
Wykonawstwo στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκτέλεση, επίδοση, παράσταση, απόδοση, επιδόσεις