Λέξη: πυρετός
Σχετικές λέξεις: πυρετός
πυρετός q, πυρετός που επιμένει, πυρετός εγκυμοσύνη, πυρετός και αυγό, πυρετός και σοκολάτα, πυρετός δέκατα, πυρετός μωρού, πυρετός στην άσφαλτο, πυρετός και πονοκέφαλος, πυρετός και καρκίνος, πυρετος
Συνώνυμα: πυρετός
θερμοκρασία
Μεταφράσεις: πυρετός
πυρετός στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
fever, temperature, disease, mouth disease
πυρετός στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
temperatura, fiebre, calentura, temple, la fiebre, peste, fiebre del, la peste
πυρετός στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
fieber, temperatur, fieberartig, Fieber, Fiebers
πυρετός στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
fièvre, température, la fièvre, porcine, de la fièvre, de fièvre
πυρετός στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
febbre, temperatura, peste, la febbre, la peste, della peste
πυρετός στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
febre, temperatura, têmpera, busque, temperar, peste, a febre, da peste, da febre
πυρετός στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
koorts, temperatuur, fever, de koorts
πυρετός στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
горячка, температура, жар, лихорадка, озноб, лихорадки, лихорадкой, лихорадку
πυρετός στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
feber, temperatur, feberen, fever
πυρετός στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
feber, temperatur, febern, fever
πυρετός στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
lämpö, intohimo, kuume, lämpötila, vimma, vimmaisuus, into, kuumetta, kuumeen, torjumiseksi, sikaruton
πυρετός στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
temperatur, feber, feberen, svinepest
πυρετός στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
temperatura, horečka, prasat, horečky, horečku, teplota
πυρετός στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ciepłota, rozgorączkowanie, gorączka, tempera, febra, temperatura, pomoru, gorączki, pomór
πυρετός στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
láz, felajzottság, lázat, lázzal, lázas, a láz
πυρετός στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ateş, ateşi, nezlesi, fever, humması
πυρετός στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
температура, лихоманка, гарячка, пропасниця, лихорадка
πυρετός στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
ethe, temperaturë, ethet, ethet e, temperaturë të
πυρετός στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
температура, треска, свинете, по свинете, повишена температура
πυρετός στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ліхаманка
πυρετός στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
palavikuhoog, ootuspalavik, soojus, kuumus, palavik, katku, palaviku, palavikku, katk
πυρετός στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
groznica, temperaturne, temperaturom, temperaturnih, groznice, groznicu, vrućica, temperatura
πυρετός στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hiti, hita, sótthiti, með hita, hitasótt
πυρετός στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
drugys, temperatūra, karštligė, karštis, karščiavimas, maro, karštinė, maras, karštinės
πυρετός στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
temperatūra, satraukums, drudzis, uzbudinājums, mēris, mēra, drudzi, drudža
πυρετός στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
треската, температура, треска, грозница
πυρετός στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
febră, temperatură, febra, pestei, febrei, pesta
πυρετός στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
temperatura, vročina, povišana telesna temperatura, zvišana telesna temperatura, vročica, mrzlica
πυρετός στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
teplotní, teplota, horúčka, horúčku, horúčky
Στατιστικά δημοτικότητας: πυρετός
Τυχαίες λέξεις