Wykrzywiać στα ελληνικά

Μετάφραση: wykrzywiać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καμπή, διαστρεβλώνω, μορφάζω, πλοκή, στρεβλώνω, κυρτώνω, καμπύλη, καμπυλώνω, στραμπουλίζω, στροφή, εξαμβλώ, διαστρέφω, συσπώ, συστρέφω, παραμορφώνω
Wykrzywiać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • astralny στα ελληνικά - αστρικός, αστρικό, αστρική, αστρικά, αστρικού
  • biwakować στα ελληνικά - νυκτοφυλακή, στρατοπεδεύω, bivouac, καταυλισμό, μπιβουάκ
  • finansowo στα ελληνικά - οικονομικά, οικονομική, χρηματοδοτική, οικονομικώς, οικονομικής
  • hołd στα ελληνικά - φόρος, φόρο τιμής, αφιέρωμα, φόρος τιμής, αφιερώματος
Τυχαίες λέξεις
Wykrzywiać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καμπή, διαστρεβλώνω, μορφάζω, πλοκή, στρεβλώνω, κυρτώνω, καμπύλη, καμπυλώνω, στραμπουλίζω, στροφή, εξαμβλώ, διαστρέφω, συσπώ, συστρέφω, παραμορφώνω