Wypełniony στα ελληνικά
Μετάφραση: wypełniony, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μεστός, πλήρης, Γεμιστές, γεμάτους, Συμπληρώνεται η, γεμάτο, γεμισμένο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bajkopisarz στα ελληνικά - μυθογράφος, μυθοποιός, fabulist, fabulist για, fabulist για τον
- baobab στα ελληνικά - Baobab, αδανσωνιών, μπαομπάμπ
- dżem στα ελληνικά - συνωστισμός, μαρμελάδα, εμπλοκή, μαρμελάδας, εμπλοκής, μαρμελάδες
- imputowanie στα ελληνικά - καταλόγιζε, καταλογίζοντας, καταλογίζοντάς, καταλογίζοντας την, τον καταλογισμό
Τυχαίες λέξεις
Wypełniony στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μεστός, πλήρης, Γεμιστές, γεμάτους, Συμπληρώνεται η, γεμάτο, γεμισμένο
Μεταφράσεις: μεστός, πλήρης, Γεμιστές, γεμάτους, Συμπληρώνεται η, γεμάτο, γεμισμένο