Wypielęgnować στα ελληνικά

Μετάφραση: wypielęgnować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νοσοκόμα, βάγια, ράτσα, φυλή, αναπαράγονται, αναπαραχθούν, φυλής
Wypielęgnować στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aneuryna στα ελληνικά - βιταμίνη, βιταμίνης, βιταμινών, της βιταμίνης, η βιταμίνη
  • chybotać στα ελληνικά - ροκ, λικνίζω, σαλεύω, πέτρα, κουνώ, κουνιέμαι, ταλάντευση, ...
  • dorobkiewicz στα ελληνικά - νεόπλουτος, τυχάρπαστο, νεόπλουτο, τυχάρπαστη, upstart
  • dyspozycyjność στα ελληνικά - ευκαμψία, ευλυγισία, διαθεσιμότητα, διαθεσιμότητας, τη διαθεσιμότητα, διάθεση, η διαθεσιμότητα
Τυχαίες λέξεις
Wypielęgnować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νοσοκόμα, βάγια, ράτσα, φυλή, αναπαράγονται, αναπαραχθούν, φυλής