Wypominać στα ελληνικά
Μετάφραση: wypominać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποδοκιμάζω, αποπαίρνω, επίπληξη, μέμφομαι, όνειδος, μομφή, μομφής, προσάψει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dalba στα ελληνικά - δελφίνι, Dalba
- drobnoustrój στα ελληνικά - μικρόβιο, μικροβίου, μικροβίων, μικρόβια, μικρόβιο που
- dziupla στα ελληνικά - υπόκωφος, κοίλος, βαθουλωμένος, κούφιος, κοιλότητα, κοίλο, κοίλου, ...
- gestia στα ελληνικά - αρμοδιότητα, Gesti
Τυχαίες λέξεις
Wypominać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποδοκιμάζω, αποπαίρνω, επίπληξη, μέμφομαι, όνειδος, μομφή, μομφής, προσάψει
Μεταφράσεις: αποδοκιμάζω, αποπαίρνω, επίπληξη, μέμφομαι, όνειδος, μομφή, μομφής, προσάψει