Wypróżnienie στα ελληνικά
Μετάφραση: wypróżnienie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κείμενο, διάβαση, κίνηση, κίνημα, αφόδευση, αφόδευσης, την αφόδευση, της αφόδευσης, κένωση
Μεταφράσεις
- bezrolny στα ελληνικά - ακτήμονας, ακτήμων, ακτήμονες, ακτημόνων, χωρίς γη
- cierniowy στα ελληνικά - ακανθώδης, αγκαθωτός, ακανθώδες, ακανθώδη, ακανθώδους
- enigmatycznie στα ελληνικά - αινιγματικά, αινιγματικό, αινιγματικά για, αινιγματικά για την, έχει τον αινιγματικό
- eskalować στα ελληνικά - κλιμακώνομαι, κλιμακωθεί, κλιμακωθούν, κλιμακώνουν, κλιμακώνονται, κλιμακώνεται
Τυχαίες λέξεις
Wypróżnienie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κείμενο, διάβαση, κίνηση, κίνημα, αφόδευση, αφόδευσης, την αφόδευση, της αφόδευσης, κένωση
Μεταφράσεις: κείμενο, διάβαση, κίνηση, κίνημα, αφόδευση, αφόδευσης, την αφόδευση, της αφόδευσης, κένωση