Wyprażać στα ελληνικά

Μετάφραση: wyprażać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καβουρδίζω, ψήνω, καβουρντίζω, ψητό, ψητά, καβουρδισμένου, roast, καβουρδισμένο
Wyprażać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • amfibia στα ελληνικά - αμφίβιο, αμφιβίων, αμφιβίου, των αμφιβίων, αμφίβιου αεροπλάνου
  • bezcenny στα ελληνικά - ανεκτίμητος, ανεκτίμητη, ανεκτίμητο, ανεκτίμητα, ανεκτίμητης αξίας
  • fakultet στα ελληνικά - διεύθυνση, σχολή, ΔΕΠ, σχολής, ικανότητα, διδασκόντων
  • interfon στα ελληνικά - ενδοεπικοινωνίας, ενδοτηλεφωνικού, ενδοτηλεφωνικό, ενδοεπικοινωνίας των
Τυχαίες λέξεις
Wyprażać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καβουρδίζω, ψήνω, καβουρντίζω, ψητό, ψητά, καβουρδισμένου, roast, καβουρδισμένο