Καβουρδίζω στα πολωνικά

Μετάφραση: καβουρδίζω, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
pieczenie, uprażyć, piec, wyprażać, befsztyk, piekarnik, smażyć, prażyć, pieczeń, podprażać, pieczona, pieczonego, roast
Καβουρδίζω στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καβουρδίζω

καβουρδίζω αμύγδαλα, καβουρδίζω λεξικό γλώσσας πολωνικά, καβουρδίζω στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • καβγατζής στα πολωνικά - kłótliwy, czupurny, swarliwy, niezgodny, napastliwy, zadziorny, awanturnik, ...
  • καβουράκι στα πολωνικά - dźwig, rak, krab, Kavourakia
  • καβουρντίζω στα πολωνικά - piec, befsztyk, pieczeń, wycier, przesmażyć, przysmażać, pieczenie, ...
  • καβούκι στα πολωνικά - wyłupać, skorupka, wyłuskać, małżowina, obłupywać, skorupa, nabój, ...
Τυχαίες λέξεις
Καβουρδίζω στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: pieczenie, uprażyć, piec, wyprażać, befsztyk, piekarnik, smażyć, prażyć, pieczeń, podprażać, pieczona, pieczonego, roast