Wyrównać στα ελληνικά

Μετάφραση: wyrównać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ισιώνω, εξισώνω, ισοπεδώνω, συμβιβάζω, συμφιλιώνω, ευθυγραμμίζω, επίπεδο, ευθυγράμμιση, ευθυγραμμιστούν, ευθυγραμμίσει, ευθυγραμμιστεί, ευθυγραμμίστε
Wyrównać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anektować στα ελληνικά - παράρτημα, παραρτήματος, το παράρτημα, του παραρτήματος, παράρτη
  • apetycznie στα ελληνικά - invitingly, δελεαστικά, προκλητικά, ελκυστι- κότατη
  • dywan στα ελληνικά - αθλητής, μαλλί, χαλί, μοκέτα, δρομέας, τάπητα, ταπήτων, ...
  • integrować στα ελληνικά - ενσωμάτωση, ενσωματώσει, ενσωματώσουν, ενσωματώνουν, ενσωματωθούν
Τυχαίες λέξεις
Wyrównać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ισιώνω, εξισώνω, ισοπεδώνω, συμβιβάζω, συμφιλιώνω, ευθυγραμμίζω, επίπεδο, ευθυγράμμιση, ευθυγραμμιστούν, ευθυγραμμίσει, ευθυγραμμιστεί, ευθυγραμμίστε