Λέξη: συμπτύσσω

Σχετικές λέξεις: συμπτύσσω

συμπτύσσω συνωνυμο

Συνώνυμα: συμπτύσσω

συμμαζεύω, περιορίζω, βραχύνω, μικραίνω, κονταίνω, κάνω εύτριπτο

Μεταφράσεις: συμπτύσσω

συμπτύσσω στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
telescope, tuck, shorten

συμπτύσσω στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
catalejo, telescopio, pliegue, golosinas, tuck, cirugía estética, cirugía estética de

συμπτύσσω στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
teleskop, fernrohr, Biese, Falte, stecken, tuck, Straffung

συμπτύσσω στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
longue-vue, télescoper, télescope, lunette, rempli, Tuck, repli, rentrage, plastie

συμπτύσσω στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
cannocchiale, telescopio, infilare, tuck, riponetelo, doppia dovuta al tergitamburo, rimboccare

συμπτύσσω στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
telefonar, telefone, telescópio, arregaçar, prega, Tuck, dobra, dobra da

συμπτύσσω στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
sterrenkijker, telescoop, verrekijker, plooi, tuck, opgetrokken, tast, de Plooi

συμπτύσσω στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
телескопия, телескоп, складка, Tuck, живота, Тук, складку

συμπτύσσω στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kikkert, teleskop, tuck, Plastikk, brette, stikke, innklapp

συμπτύσσω στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
tuck, veck, insticks, invik, tuffing

συμπτύσσω στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kutistaa, kaukoputki, teleskooppi, karkki, tuck, muotoiluleikkaus, työntää, laskos

συμπτύσσω στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
guffe, tuck, guf, optrukken, kan gemmes

συμπτύσσω στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
teleskop, dalekohled, zastrčit, podkasat, tuck, přivázat, nabrat

συμπτύσσω στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
teleskop, luneta, zakładka, podwinąć, fanfara, omotać się, podwijać

συμπτύσσω στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
messzelátó, rakás, berak, Tuck, behajt, felhúzott

συμπτύσσω στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sokmak, tıkmak, kıvırmak, kambur çıkarma, kıvrılmak

συμπτύσσω στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
телескоп, складка, складки

συμπτύσσω στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
teleskopi, palosje, bark, fut, stomak, bëj palosje

συμπτύσσω στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
телескоп, баста, подвивам, неща за ядене, думкане на барабан, бастичка

συμπτύσσω στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
зморшчына, складка, маршчынка, маршчына

συμπτύσσω στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
teleskoop, toppima, parkima, vitsutama, tuck, kurrutama

συμπτύσσω στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
komprimirati, nabrati, ugurati, nabor, podvrnuti, podvući

συμπτύσσω στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Tuck, togaður

συμπτύσσω στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
teleskopas, klostė, maistas, pakišti, Tuck, Podwijać

συμπτύσσω στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
teleskops, iešūt, iešuve, ieloce

συμπτύσσω στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
навивам, подвивам

συμπτύσσω στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
telescop, băga, ascunde, Tuck, lipita, fang

συμπτύσσω στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
tuck, Ugurati, Podvući, Uvući, Podvrnuti

συμπτύσσω στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
zastrčiť, zasunúť, zastrčit, zastrčte
Τυχαίες λέξεις