Wyruszać στα ελληνικά

Μετάφραση: wyruszać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξεκινώ, ξεκίνημα, αρχή, αρχίζω, συμψηφίσει, συμψηφιστεί, συμψηφισμού, ξεκίνησε, ξεκίνησαν
Wyruszać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • błyskanie στα ελληνικά - αναβοσβήνει, να αναβοσβήνει, αναβοσβήνουν, που αναβοσβήνει, που αναβοσβήνουν
  • efemeryczność στα ελληνικά - εξαφάνιση, Evanescence, των Evanescence, τους Evanescence, εφήμερου
  • gorzki στα ελληνικά - πικρός, δριμύς, πικρή, πικρό, πικρές, πικρά
  • idiotycznie στα ελληνικά - βλακωδώς
Τυχαίες λέξεις
Wyruszać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξεκινώ, ξεκίνημα, αρχή, αρχίζω, συμψηφίσει, συμψηφιστεί, συμψηφισμού, ξεκίνησε, ξεκίνησαν