Zawód στα ελληνικά
Μετάφραση: zawód, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απογοήτευση, δουλειά, επάγγελμα, τοποθετώ, τόπος, κατοχή, σεργιανίζω, μέρος, επιτήδευμα, κατάληψη, περπατώ, καριέρα, επαγγέλματος, επάγγελμά, επαγγελματική, το επάγγελμα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- apetyt στα ελληνικά - όρεξη, καημός, επιθυμία, όρεξης, την όρεξη, της όρεξης, όρεξή
- bojaźń στα ελληνικά - τρόμος, φόβος, φοβάμαι, φόβο, φόβου, το φόβο, ο φόβος
- drapieżnictwo στα ελληνικά - θήρευση, θήρευσης, θηρευτική, η θήρευση, τη θήρευση
- fuzja στα ελληνικά - τουφέκι, σύντηξη, καραμπίνα, ένωση, συγχώνευση, συγκέντρωση, συγχώνευσης, ...
Τυχαίες λέξεις
Zawód στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απογοήτευση, δουλειά, επάγγελμα, τοποθετώ, τόπος, κατοχή, σεργιανίζω, μέρος, επιτήδευμα, κατάληψη, περπατώ, καριέρα, επαγγέλματος, επάγγελμά, επαγγελματική, το επάγγελμα
Μεταφράσεις: απογοήτευση, δουλειά, επάγγελμα, τοποθετώ, τόπος, κατοχή, σεργιανίζω, μέρος, επιτήδευμα, κατάληψη, περπατώ, καριέρα, επαγγέλματος, επάγγελμά, επαγγελματική, το επάγγελμα