Zdarzyć στα ελληνικά

Μετάφραση: zdarzyć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαδραματίζω, συμβαίνω, συμβεί, να συμβεί, συμβούν, συμβαίνουν, συμβαίνει
Zdarzyć στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • brakować στα ελληνικά - θέλω, απορρίπτω, ανάγκη, έλλειψη, υστέρημα, δεσποινίδα, Μεγάλη χαμένη ευκαιρία, ...
  • dokuczanie στα ελληνικά - ενοχλώ, κόπος, ενόχληση, ενοχλούμαι, σκοτίζομαι, πειράγματα, πείραγμα, ...
  • fetyszyzm στα ελληνικά - δεισιδεμονία, φετιχισμού, φετιχισμό, φετιχισμός, ο φετιχισμός
  • hals στα ελληνικά - καρφάκι, καρφί, πλεύση, κόλλησης, κολλητικότητα
Τυχαίες λέξεις
Zdarzyć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαδραματίζω, συμβαίνω, συμβεί, να συμβεί, συμβούν, συμβαίνουν, συμβαίνει