Zgęszczać στα ελληνικά
Μετάφραση: zgęszczać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνοψίζω, συμπυκνώνω, υγροποιώ, πυκνώσει, πήξει, πυκνώνουν, πύκνωση, πήζει
Μεταφράσεις
- antyseptyka στα ελληνικά - αντισηψίας, αντισηψία, είναι εκτεταμένη, antisepsis, είναι εκτεταμένη από
- boleść στα ελληνικά - αγωνιώ, θλίψη, ατυχία, αγωνία, καημός, πόνος, άγχος, ...
- gazoszczelny στα ελληνικά - αεροστεγής, αεροστεγές, αεροστεγή, αεροστεγούς, αεροστεγείς
- harc στα ελληνικά - HARC
Τυχαίες λέξεις
Zgęszczać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνοψίζω, συμπυκνώνω, υγροποιώ, πυκνώσει, πήξει, πυκνώνουν, πύκνωση, πήζει
Μεταφράσεις: συνοψίζω, συμπυκνώνω, υγροποιώ, πυκνώσει, πήξει, πυκνώνουν, πύκνωση, πήζει