Zjednoczyć στα ελληνικά
Μετάφραση: zjednoczyć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συμφιλιώνω, συμφιλιώνομαι, ενοποιώ, συνενώνω, ξανασμίγω, ενώνουν, ενώσει, ενωθούμε, ενώσουμε, ενωθούν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- biodegradacja στα ελληνικά - βιοαποικοδόμηση, βιοαποικοδόμησης, βιοαποδόμησης, βιοδιάσπασης, βιοδιάσπαση
- esparto στα ελληνικά - σπάρτο, από σπάρτο, καλαθοποιίας, σπάρτα
- hasać στα ελληνικά - χορεύω, κάνω φασαρία, αγριοκόριτσο, romp, φορμάκι, γιορτάσουμε
Τυχαίες λέξεις
Zjednoczyć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συμφιλιώνω, συμφιλιώνομαι, ενοποιώ, συνενώνω, ξανασμίγω, ενώνουν, ενώσει, ενωθούμε, ενώσουμε, ενωθούν
Μεταφράσεις: συμφιλιώνω, συμφιλιώνομαι, ενοποιώ, συνενώνω, ξανασμίγω, ενώνουν, ενώσει, ενωθούμε, ενώσουμε, ενωθούν