Zmumifikować στα ελληνικά
Μετάφραση: zmumifikować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ταριχεύω, ταριχεύω νεκρό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- biologicznie στα ελληνικά - βιολογικά, βιολογικώς, βιολογική, βιολογικής
- chętny στα ελληνικά - πρόθυμος, αγχώδης, ανήσυχος, ενδιαφερόμενος, οξυδερκής, πρόθυμοι, διατεθειμένοι, ...
- emanacja στα ελληνικά - εκπόρευση, απόρροια, απορροή, η εκπόρευση, πηγάζει
- inkwizycja στα ελληνικά - ανάκριση, Ιερά Εξέταση, Ιεράς Εξέτασης, δαπάνη εξέτασης αιτήματος
Τυχαίες λέξεις
Zmumifikować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ταριχεύω, ταριχεύω νεκρό
Μεταφράσεις: ταριχεύω, ταριχεύω νεκρό