Znaleźć στα ελληνικά
Μετάφραση: znaleźć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εντοπίζω, σπυρί, ανεύρεση, εύρημα, ιδρύω, βρίσκω, βρήκα, μέρος, βούλα, βρείτε, βρει, βρίσκουν, βρουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- akwen στα ελληνικά - δεξαμενή, έκταση, περιοχή, περιοχής, χώρο, ζώνη
- antynaukowy στα ελληνικά - antischolarly
- bieżnia στα ελληνικά - μονοπάτι, ίχνη, πίστα, διαδρομή, τροχιά, ίχνος, κομμάτι, ...
- fosforyczny στα ελληνικά - φωσφορίζων, φωσφορίζοντα, φωσφορίζουσα, φωσφοριζόντων, φωσφορίζουσες
Τυχαίες λέξεις
Znaleźć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εντοπίζω, σπυρί, ανεύρεση, εύρημα, ιδρύω, βρίσκω, βρήκα, μέρος, βούλα, βρείτε, βρει, βρίσκουν, βρουν
Μεταφράσεις: εντοπίζω, σπυρί, ανεύρεση, εύρημα, ιδρύω, βρίσκω, βρήκα, μέρος, βούλα, βρείτε, βρει, βρίσκουν, βρουν