Znieważać στα ελληνικά

Μετάφραση: znieważać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προπηλακίζω, λοιδορώ, λοιδορία, κατάχρηση, βρίζω, προσβολή, καταχρώμαι, προσβάλλω, προσβολής, την προσβολή, προσβάλλουν, ύβρη
Znieważać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bom στα ελληνικά - έξαρση, άνθηση, έκρηξη, μπουμ, boom, βραχίονας
  • druciarz στα ελληνικά - μαστόρεμα, χαλκωματάς, τενεκετζής, γανωματής, μπαλώνω
  • groszowy στα ελληνικά - φτηνός
  • horyzontalnie στα ελληνικά - οριζόντια, οριζοντίως, σε οριζόντια, οριζόντιο, οριζόντια θέση
Τυχαίες λέξεις
Znieważać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προπηλακίζω, λοιδορώ, λοιδορία, κατάχρηση, βρίζω, προσβολή, καταχρώμαι, προσβάλλω, προσβολής, την προσβολή, προσβάλλουν, ύβρη