Zrewanżować στα ελληνικά

Μετάφραση: zrewanżować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανταμείβω, ξεπληρώνω, εκδίκηση, εκδίκησης, την εκδίκηση, εκδικηθεί, εκδίκησή
Zrewanżować στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • cudem στα ελληνικά - θαύμα, θαύματος, το θαύμα, θαυματουργή, θαυματουργό
  • folowanie στα ελληνικά - folow
  • horyzontalnie στα ελληνικά - οριζόντια, οριζοντίως, σε οριζόντια, οριζόντιο, οριζόντια θέση
Τυχαίες λέξεις
Zrewanżować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανταμείβω, ξεπληρώνω, εκδίκηση, εκδίκησης, την εκδίκηση, εκδικηθεί, εκδίκησή