Zwariowany στα ελληνικά
Μετάφραση: zwariowany, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τρελός, μανιακός, τρελούτσικος, τρελό, τρελή, τρελά, τρελοί
Μεταφράσεις
- adiustować στα ελληνικά - επιμελούμαι, εκδίδω
- bestseller στα ελληνικά - best-seller, μπεστ σέλερ
- biedzić στα ελληνικά - ασκώ, της προσπάθειας, προσπαθεί, προσπαθώντας, να προσπαθεί, προσπαθούν
- dobrowolny στα ελληνικά - εθελοντικός, εθελοντική, εθελοντικές, εθελοντικής, εθελοντικών
Τυχαίες λέξεις
Zwariowany στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τρελός, μανιακός, τρελούτσικος, τρελό, τρελή, τρελά, τρελοί
Μεταφράσεις: τρελός, μανιακός, τρελούτσικος, τρελό, τρελή, τρελά, τρελοί