Órfão στα ελληνικά

Μετάφραση: órfão, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ορφανός, ορφανό, ορφανού, ορφανά, ορφανών, τα ορφανά
Órfão στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • óptimo στα ελληνικά - σκάφος, επιλογή, σκεύος, αγγείο, πλοίο, μεγάλος, μεγάλη, ...
  • órbita στα ελληνικά - περιβόλι, τροχιά, τροχιά γύρω, τροχιά γύρω από, σε τροχιά, σε τροχιά γύρω
  • órgão στα ελληνικά - οργανικός, όργανο, οργάνων, οργάνου, όργανα, στα όργανα
  • órgãos στα ελληνικά - όργανο, οργανισμοί, υπηρεσίες, οργανισμούς, γραφεία, πρακτορεία
Τυχαίες λέξεις
Órfão στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ορφανός, ορφανό, ορφανού, ορφανά, ορφανών, τα ορφανά