Actuar στα ελληνικά

Μετάφραση: actuar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λειτουργία, γρίπη, κάνω, παρακινώ, επιρροή, επιχείρηση, σπρώχνω, πράξη, επενεργώ, εγχείρηση, εγχειρίζω, οδηγώ, λειτουργώ, εκτελώ, ευωδιά, προτρέπω, πράξης, Act, πράξεως, νόμου περί
Actuar στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • actualizar στα ελληνικά - αναβαθμίζω, αναβάθμιση, ενημέρωση, επικαιροποίηση, ενημερωμένη έκδοση, ενημερωμένη, ενημερωμένης έκδοσης
  • actualmente στα ελληνικά - σήμερα, τώρα, τη στιγμή, επί του παρόντος, στιγμή, παρόντος
  • acudir στα ελληνικά - διάσωση, διασώζω, έρευνα, ανταποκριθεί, ανταποκρίνονται, ανταποκριθούν, απαντήσει, ...
  • acumulador στα ελληνικά - μπαταρία, συστοιχία, συσσωρευτής, συσσωρευτή, Στηλών, πολλαπλών Στηλών, συσσωρευτών
Τυχαίες λέξεις
Actuar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λειτουργία, γρίπη, κάνω, παρακινώ, επιρροή, επιχείρηση, σπρώχνω, πράξη, επενεργώ, εγχείρηση, εγχειρίζω, οδηγώ, λειτουργώ, εκτελώ, ευωδιά, προτρέπω, πράξης, Act, πράξεως, νόμου περί