Adoptar στα ελληνικά
Μετάφραση: adoptar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υιοθετώ, αποδέχομαι, υιοθετήσουν, εγκρίνει, να εγκρίνει, υιοθετούν, υιοθετήσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- admitir στα ελληνικά - παραδέχομαι, παραλαμβάνω, παίρνω, αποδέχομαι, έχε, δέχομαι, παραχωρώ, ...
- admoestar στα ελληνικά - διορθώνω, σωστός, νουθετώ, παραινώ, προειδοποιώ, προειδοποιούν, προειδοποιήσει, ...
- adopção στα ελληνικά - υιοθέτηση, υιοθεσία, έγκριση, έκδοση, θέσπιση
- adorador στα ελληνικά - θαυμαστής, γεμάτος λατρείας, adoring, λατρεύοντας, μαγεμένου από την ομορφιά
Τυχαίες λέξεις
Adoptar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υιοθετώ, αποδέχομαι, υιοθετήσουν, εγκρίνει, να εγκρίνει, υιοθετούν, υιοθετήσει
Μεταφράσεις: υιοθετώ, αποδέχομαι, υιοθετήσουν, εγκρίνει, να εγκρίνει, υιοθετούν, υιοθετήσει