Aliciar στα ελληνικά

Μετάφραση: aliciar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έλκω, μαγεύω, δελεάζω, προσελκύω, φροντίζω, γοητεύω, ολόκληρος, θέλγω, επισύρω, τραβώ, παρασύρω, δέκα, δελεάσει, προσελκύσουν, προσελκύσει, δελεάσουν, δελεάσει τους
Aliciar στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aliar στα ελληνικά - ενότητα, ενοποιώ, συνενώνω, αρμονία, σύμμαχος, σύμμαχο, συμμάχου, ...
  • alicate στα ελληνικά - λαβίδα, τσιμπίδα, γλώσσα, πένσα, πένσες, λαβίδες, τανάλια, ...
  • alienar στα ελληνικά - αλλοτριώνω, αποξενώνω, αποξενώσει, αποξενώνουν, αποξενώσουν, αποξενώνει, αποξενώνουν τους
  • alienígena στα ελληνικά - ξένος, περίεργος, εξωτερικός, παράξενος, εξωτικός, αλλοδαπός, αλλοδαπού, ...
Τυχαίες λέξεις
Aliciar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έλκω, μαγεύω, δελεάζω, προσελκύω, φροντίζω, γοητεύω, ολόκληρος, θέλγω, επισύρω, τραβώ, παρασύρω, δέκα, δελεάσει, προσελκύσουν, προσελκύσει, δελεάσουν, δελεάσει τους