Amo στα ελληνικά
Μετάφραση: amo, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αφέντης, ηγετικός, μετρ, αφεντικό, χαλάκι, δεξιοτέχνης, κύριος, αγαπώ, αγάπη, έρωτας, δάσκαλος, πλοίαρχος, πλοίαρχο, κύριο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- amizade στα ελληνικά - φιλία, τρομάζω, φοβίζω, φιλίας, τη φιλία, η φιλία, της φιλίας
- amiúde στα ελληνικά - συχνά, συνήθως, φορές, πολλές φορές
- amolar στα ελληνικά - είτε, ακονίζω, οξύνει, οξύνουν, εντείνει, ακονίσουν
- amontoamento στα ελληνικά - σύναξη, συσσώρευση, συναρμολόγηση, συρροή, συσσώρευσης, τη συσσώρευση, συγκέντρωση, ...
Τυχαίες λέξεις
Amo στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αφέντης, ηγετικός, μετρ, αφεντικό, χαλάκι, δεξιοτέχνης, κύριος, αγαπώ, αγάπη, έρωτας, δάσκαλος, πλοίαρχος, πλοίαρχο, κύριο
Μεταφράσεις: αφέντης, ηγετικός, μετρ, αφεντικό, χαλάκι, δεξιοτέχνης, κύριος, αγαπώ, αγάπη, έρωτας, δάσκαλος, πλοίαρχος, πλοίαρχο, κύριο