Arrumado στα ελληνικά

Μετάφραση: arrumado, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γραβάτα, συγυρίζω, τακτοποιώ, αρκετός, δένω, συγυρισμένος, τακτοποιημένος, τακτοποιημένο, καθαρό, περιποιημένο, τακτοποιημένα
Arrumado στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • arroz στα ελληνικά - πλούσιος, ρύζι, ρυζιού, το ρύζι, του ρυζιού, όρυζας
  • arruinar στα ελληνικά - χαλώ, χαντακώνω, ζημιά, αποφασίζω, κακομαθαίνω, ρήμαγμα, βασιλεύω, ...
  • arrumar στα ελληνικά - κανονίζω, τακτοποιώ, κανονίσει, να οργανώσει, κανονίσετε, κανονίσουν, φροντίσει σχετικά
  • arsenal στα ελληνικά - οπλοστάσιο, οπλοστασίου, οπλοστάσιό, πανοπλία, στρατών
Τυχαίες λέξεις
Arrumado στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γραβάτα, συγυρίζω, τακτοποιώ, αρκετός, δένω, συγυρισμένος, τακτοποιημένος, τακτοποιημένο, καθαρό, περιποιημένο, τακτοποιημένα