Assombrar στα ελληνικά
Μετάφραση: assombrar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έχε, έχω, στοιχειώνω, στέκι, στοιχειώνει, στοιχειώνουν, στοιχειώσουν, στοιχειώσει
Μεταφράσεις
- associações στα ελληνικά - σχέση, ενώσεις, ενώσεων, σύλλογοι, συλλόγους, οργανώσεις
- assomar στα ελληνικά - αργαλειός, θηλιά, ξεπροβάλλω, βρόχος, βρόγχος, αργαλειό, αργαλειού, ...
- assumir στα ελληνικά - υποθέτω, καταλαμβάνουν, ανάληψη, αναλάβουν, αναλάβει, διαρκέσει έως
- assunto στα ελληνικά - βαλίτσα, υπόθεση, επιχείρηση, υπήκοος, νοιάζομαι, υποκειμενικός, ανησυχία, ...
Τυχαίες λέξεις
Assombrar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έχε, έχω, στοιχειώνω, στέκι, στοιχειώνει, στοιχειώνουν, στοιχειώσουν, στοιχειώσει
Μεταφράσεις: έχε, έχω, στοιχειώνω, στέκι, στοιχειώνει, στοιχειώνουν, στοιχειώσουν, στοιχειώσει