Cerrar στα ελληνικά

Μετάφραση: cerrar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποπνιχτικός, πνιγηρός, κολλητός, κοντά, στενή, κλείσιμο, στενούς, στενής
Cerrar στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • cerque στα ελληνικά - πλαισίωση, περιβάλλον, περίχωρα, περικυκλώνω, πλαισιώνω, surround, περιβάλλοντος, ...
  • cerrado στα ελληνικά - συμπαγής, πυκνός, συμπυκνωμένος, κλειστό, κλειστός, κλείσει, κλειστά, ...
  • certame στα ελληνικά - διαγωνισμός, αντιπαράθεση, συναγωνισμός, συμβάν, περίπτωση, εκδήλωση, γεγονός, ...
  • certamente στα ελληνικά - αναδύομαι, βέβαια, πράγματι, σίγουρα, επιφάνεια, βεβαίως, ασφαλώς, ...
Τυχαίες λέξεις
Cerrar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποπνιχτικός, πνιγηρός, κολλητός, κοντά, στενή, κλείσιμο, στενούς, στενής