Πνιγηρός στα πορτογαλικά

Μετάφραση: πνιγηρός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cerrar, fim, fechar, junto, sufocante, escaldante, sweltering, abafado, calor sufocante
Πνιγηρός στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πνιγηρός

πνιγηρός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, πνιγηρός στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • πνεύμα στα πορτογαλικά - querer, desejo, sagacidade, espiral, espírito, alma, anseio, ...
  • πνεύμονας στα πορτογαλικά - almoço, almoçar, pulmão, pulmonar, de pulmão, do pulmão, pulmões
  • ποίημα στα πορτογαλικά - algibeira, bolso, embolsar, poema, poema de, poesia, o poema
  • ποίηση στα πορτογαλικά - poético, poesia, a poesia, poesias, de poesia, da poesia
Τυχαίες λέξεις
Πνιγηρός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: cerrar, fim, fechar, junto, sufocante, escaldante, sweltering, abafado, calor sufocante