Circularão στα ελληνικά
Μετάφραση: circularão, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κυκλοφορία, κυκλοφορεί, κυκλοφορούν, κυκλοφορήσει, να κυκλοφορούν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- circuito στα ελληνικά - γύρος, κύκλωμα, κυκλώματος, κυκλωμάτων, του κυκλώματος, το κύκλωμα
- circular στα ελληνικά - κυκλικός, στρογγυλός, κυκλοφορώ, περιοδεία, λογαριασμός, γύρος, νομοσχέδιο, ...
- circulação στα ελληνικά - κυκλοφορία, δοσοληψία, κυκλοφορίας, την κυκλοφορία, κυκλοφορία του
- circule στα ελληνικά - κυκλοφορώ, κυκλοφορεί, κυκλοφορούν, κυκλοφορία, κυκλοφορήσει, να κυκλοφορούν
Τυχαίες λέξεις
Circularão στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κυκλοφορία, κυκλοφορεί, κυκλοφορούν, κυκλοφορήσει, να κυκλοφορούν
Μεταφράσεις: κυκλοφορία, κυκλοφορεί, κυκλοφορούν, κυκλοφορήσει, να κυκλοφορούν