Completamente στα ελληνικά
Μετάφραση: completamente, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γεμάτος, εντελώς, πλήρως, ολόκληρος, ολικός, μεστός, όλα, άρτιος, όλες, ακέραιος, πλήρης, όλος, τελείως, απολύτως, πλήρη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- complementar στα ελληνικά - συμπλήρωμα, συμπληρωματικός, συμπληρωματικές, συμπληρωματική, συμπληρωματικά, συμπληρωματικό
- complemento στα ελληνικά - αντικείμενο, πράγμα, αντιτείνω, συμπλήρωμα, συμπληρώματος, του συμπληρώματος, συμπληρωματικά, ...
- completar στα ελληνικά - περατώνω, γεμίζω, ολοκληρώνω, ολόκληρος, πλήρης, πλήρη, πλήρες, ...
- completo στα ελληνικά - ολικός, μεστός, ολόκληρος, απόλυτος, περατώνω, ολοκληρώνω, γεμάτος, ...
Τυχαίες λέξεις
Completamente στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γεμάτος, εντελώς, πλήρως, ολόκληρος, ολικός, μεστός, όλα, άρτιος, όλες, ακέραιος, πλήρης, όλος, τελείως, απολύτως, πλήρη
Μεταφράσεις: γεμάτος, εντελώς, πλήρως, ολόκληρος, ολικός, μεστός, όλα, άρτιος, όλες, ακέραιος, πλήρης, όλος, τελείως, απολύτως, πλήρη