Componente στα ελληνικά

Μετάφραση: componente, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συστατικός, συντελεστής, εξάρτημα, στοιχείο, παράγοντας, συστατικό, συνιστώσα, συστατικού, στοιχείου
Componente στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • complexo στα ελληνικά - σύνθετος, πολύπλοκος, πολυσύνθετος, περίπλοκος, συγκρότημα, σύμπλεγμα, πολύπλοκες, ...
  • complicar στα ελληνικά - περιπλέκω, περιπλέκουν, περιπλέξουν, περιπλέξει, περιπλέκει, να περιπλέξει
  • compor στα ελληνικά - συγκροτώ, αποτελώ, συνθέτω, συνθέτουν, συνθέσετε, συνθέσει, απαρτίζουν
  • comportamento στα ελληνικά - συμπεριφορά, διαγωγή, προσχώνω, ίζημα, διεξάγω, φέρσιμο, επαναθέτω, ...
Τυχαίες λέξεις
Componente στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συστατικός, συντελεστής, εξάρτημα, στοιχείο, παράγοντας, συστατικό, συνιστώσα, συστατικού, στοιχείου