Συντελεστής στα πορτογαλικά
Μετάφραση: συντελεστής, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
componente, meio, elemento, corretor, rudimento, fator, fator de, factor de, fatores
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συντελεστής
συντελεστής μεταβλητότητας, συντελεστής τκ 2014, συντελεστής ισχύος, συντελεστής λ 2014, συντελεστής δόμησης, συντελεστής λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, συντελεστής στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- συνταξιούχος στα πορτογαλικά - aposentado, aposentou, aposentados, se aposentou, reformado
- συνταρακτικός στα πορτογαλικά - chocante, chocantes, choque, surpreendente, chocando
- συντεταγμένη στα πορτογαλικά - coordenar, coordenada, de coordenadas, coordenar as, coordenar a
- συντεχνία στα πορτογαλικά - abdómen, barriga, comunidade, sociedade, ventre, grêmio, corporação, ...
Τυχαίες λέξεις
Συντελεστής στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: componente, meio, elemento, corretor, rudimento, fator, fator de, factor de, fatores
Μεταφράσεις: componente, meio, elemento, corretor, rudimento, fator, fator de, factor de, fatores