Conferir στα ελληνικά
Μετάφραση: conferir, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χορηγώ, προσφέρω, επαληθεύω, συσκέπτομαι, έλεγχος, ελέγξετε, ελέγξτε, ελέγχει, ελέγξετε τη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- conexão στα ελληνικά - σχέση, σύνδεση, ανταπόκριση, σύνδεσης, πλαίσιο, σχετικά
- confeccionar στα ελληνικά - εξαναγκάζω, κατασκευάζω, κάνω, φτιάχνω, γλύκα, παρασκεύασμα, γλυκίσματος, ...
- conferência στα ελληνικά - σύσκεψη, γλώσσα, συνέδριο, απευθύνω, διεύθυνση, διάσκεψη, διάσκεψης, ...
- confessar στα ελληνικά - εισάγω, διακηρύσσω, εξομολογώ, αναγνωρίζω, παραδέχομαι, ομολογώ, ομολογήσω, ...
Τυχαίες λέξεις
Conferir στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χορηγώ, προσφέρω, επαληθεύω, συσκέπτομαι, έλεγχος, ελέγξετε, ελέγξτε, ελέγχει, ελέγξετε τη
Μεταφράσεις: χορηγώ, προσφέρω, επαληθεύω, συσκέπτομαι, έλεγχος, ελέγξετε, ελέγξτε, ελέγχει, ελέγξετε τη