Dedo στα ελληνικά

Μετάφραση: dedo, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τέλος, περατώνω, τερματισμός, τελειώνω, δάκτυλο, δάχτυλο, δάχτυλό, το δάχτυλό, δακτύλου
Dedo στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dedal στα ελληνικά - αραιός, λιγνός, ψιλός, αραιώνω, δακτυλήθρα, φυσιγγίου, δαχτυλήθρα, ...
  • dedicar στα ελληνικά - συνάγω, συμπεραίνω, αφιερώνω, αφιερώσει, αφιερώσουν, αφιερώνουν, αφιερώνει, ...
  • deduza στα ελληνικά - θεωρώ, συμπεραίνω, κρίνω, εκπίπτω, συνάγω, εκπίπτει, εκπέσει, ...
  • deduzir στα ελληνικά - συμπεραίνω, συνάγω, εκπίπτω, συναγάγει, συμπεράνουμε, να συναγάγει
Τυχαίες λέξεις
Dedo στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τέλος, περατώνω, τερματισμός, τελειώνω, δάκτυλο, δάχτυλο, δάχτυλό, το δάχτυλό, δακτύλου