Desenho στα ελληνικά

Μετάφραση: desenho, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ζωγραφιά, λέπι, κλιμάκωση, κλίμακας, κλίμακα, σχέδιο, σχεδίου, κατάρτιση, σχεδίασης, σχέδια
Desenho στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • desengate στα ελληνικά - πεδικλώνω, ταξιδάκι, αποσύνδεση, απαγκίστρωση, απεμπλοκή, απεμπλοκής, αποδέσμευση
  • desenhar στα ελληνικά - διατυπώνω, τραβώ, επενδύω, ρυτίδα, περιγράφω, παρατάσσω, σκιαγραφώ, ...
  • desenlaçar στα ελληνικά - ξεμπερδεύω, ξετυλίξουν, διαλευκάνουν, ξετυλίγει, ματαιώσει
  • desenredar στα ελληνικά - ξεμπερδεύω, διαχωριστούν, αποδεσμευτεί, διαχωριστεί, προσδιοριστούν επακριβώς
Τυχαίες λέξεις
Desenho στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ζωγραφιά, λέπι, κλιμάκωση, κλίμακας, κλίμακα, σχέδιο, σχεδίου, κατάρτιση, σχεδίασης, σχέδια