Domingo στα ελληνικά

Μετάφραση: domingo, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ήλιος, Κυριακή, Κυριακής, της Κυριακής, την Κυριακή
Domingo στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dominar στα ελληνικά - έλεγχος, εξουσιάζω, κυβερνώ, αποφασίζω, δεσπόζω, κανόνας, διέπω, ...
  • domine στα ελληνικά - κυριαρχούν, κυριαρχεί, κυριαρχήσουν, κυριαρχήσει, δεσπόζουν
  • doméstico στα ελληνικά - βυρσοδεψώ, μαυρίζω, οικιακός, τιθασεύω, εξημερώνω, μαύρισμα, καφετί, ...
  • domínio στα ελληνικά - κτήμα, σπίτι, ακίνητο, περιουσία, τομέα, περιοχή, πεδίο, ...
Τυχαίες λέξεις
Domingo στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ήλιος, Κυριακή, Κυριακής, της Κυριακής, την Κυριακή