Ήλιος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: ήλιος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
intimação, domingo, sol, do sol, solar, de sol, sun
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ήλιος
ήλιος αντίθεση πλούτων, ήλιος θεός, ήλιος με δόντια, ήλιος σύνοδος ερμής, ήλιος ο πρώτος, ήλιος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ήλιος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- ήβη στα πορτογαλικά - pubescência, puberdade, pubescence, moderada pubescência, a moderada pubescência
- ήδη στα πορτογαλικά - já, que já
- ήπειρος στα πορτογαλικά - continente, continentes
- ήπιος στα πορτογαλικά - ameno, doce, delicado, migre, brando, meigo, benigno, ...
Τυχαίες λέξεις
Ήλιος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: intimação, domingo, sol, do sol, solar, de sol, sun
Μεταφράσεις: intimação, domingo, sol, do sol, solar, de sol, sun