Engasgar στα ελληνικά
Μετάφραση: engasgar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φλομώνω, στραγγαλίζω, εμφράκτης, τσοκ, πνίξει, στραγγαλιστικό πηνίο, του τσοκ
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- engano στα ελληνικά - παρεξήγηση, απάτη, φάρσα, εξαπάτηση, hoax, κοροϊδία
- engarrafar στα ελληνικά - μπουκάλι, εμφιαλώνω, φιάλη, φιάλης, φιαλών, φιαλίδιο
- engendrar στα ελληνικά - προϊόν, προσκομίζω, παράγω, προκαλέσει, γεννούν, προκαλούσε, να προκύψει
- engenheiro στα ελληνικά - μηχανεύομαι, μηχανικός, μηχανικού, μηχανικό, μηχανής, μηχανικοί
Τυχαίες λέξεις
Engasgar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φλομώνω, στραγγαλίζω, εμφράκτης, τσοκ, πνίξει, στραγγαλιστικό πηνίο, του τσοκ
Μεταφράσεις: φλομώνω, στραγγαλίζω, εμφράκτης, τσοκ, πνίξει, στραγγαλιστικό πηνίο, του τσοκ