Excedente στα ελληνικά
Μετάφραση: excedente, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλεόνασμα, περίσσευμα, πλεονάσματος, πλεονασματική, πλεονάσματα, πλεονασμάτων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- examinação στα ελληνικά - εξέταση, εξετάζω, διεργασία, εξέτασης, την εξέταση, εξετάσεως, εξετάσεις
- exceda στα ελληνικά - υπερβαίνω, ξεπερνώ, υπερβαίνει, να υπερβαίνει, υπερβαίνει το, υπερβαίνει τα, να υπερβαίνει το
- exceder στα ελληνικά - υπερακοντίζω, περνώ, ξεπερνώ, υπερβαίνω, προσπερνώ, υπερβαίνει, να υπερβαίνει, ...
- excelente στα ελληνικά - αίθριος, μεγάλος, απίθανος, πρόστιμο, ψιλή, φίνος, άριστη, ...
Τυχαίες λέξεις
Excedente στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλεόνασμα, περίσσευμα, πλεονάσματος, πλεονασματική, πλεονάσματα, πλεονασμάτων
Μεταφράσεις: πλεόνασμα, περίσσευμα, πλεονάσματος, πλεονασματική, πλεονάσματα, πλεονασμάτων