Πλεόνασμα στα πορτογαλικά

Μετάφραση: πλεόνασμα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
excedente, superar, excesso, extrapolar, superávit, excedentes, excedente de
Πλεόνασμα στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πλεόνασμα

πλεόνασμα καταναλωτή, πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών, πλεόνασμα ένστολους, πλεόνασμα δικαιούχοι, πλεόνασμα επίδομα, πλεόνασμα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, πλεόνασμα στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • πλευρίζω στα πορτογαλικά - abordar, accost, abordá, aborde
  • πλευρό στα πορτογαλικά - costela, rítmico, reforço, lado, lateral, lados, lado do, ...
  • πλεύση στα πορτογαλικά - percurso, naturalmente, cotação, curso, prato, navegação, veleiro, ...
  • πληγή στα πορτογαλικά - praga, calamidade, flagelo, ferida, ferimento, feridas, da ferida, ...
Τυχαίες λέξεις
Πλεόνασμα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: excedente, superar, excesso, extrapolar, superávit, excedentes, excedente de