Fazer-se στα ελληνικά
Μετάφραση: fazer-se, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γίνομαι, αρμόζω, make-
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- fazendeiro στα ελληνικά - αγρότης, γεωργός, γεωργό, γεωργού, αγρότη
- fazer στα ελληνικά - αποδίδω, κάνω, σαλεύω, φτιάχνω, μετακομίζω, κινώ, εξαναγκάζω, ...
- faça στα ελληνικά - κατασκευάζω, εξαναγκάζω, κάνω, φτιάχνω, do
- façanha στα ελληνικά - αξιοποιώ, αγωγή, διάβημα, δράση, εξερεύνηση, επενέργεια, κατόρθωμα, ...
Τυχαίες λέξεις
Fazer-se στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γίνομαι, αρμόζω, make-
Μεταφράσεις: γίνομαι, αρμόζω, make-